SLEASZY RIDER RECORDS
Al Atkins, Blossom Death, In Burial, Forgotten, Great Voyager, Marco Luponero & The Loud Ones, Phlebotomy!
Μετά από είκοσι δυο χρόνια δράσης η ελληνική εταιρεία συνεχίζει να κάνει ευχαρίστως συζητήσιμες προτάσεις.
AL ATKINS – “Reloaded”
“Dreamer Deceiver”, “Never Satisfied”, “Winter”, “Victim Of Changes”: Ο βρετανός τραγουδιστής συνυπέγραψε κατά την τετραετία που ήταν στους Judas Priest τα συγκεκριμένα τραγούδια και σήμερα μαζί με άλλα από την προσωπική τους καριέρα τα παρουσιάζει επανηχογραφημένα. Ian Hill, Roy Z Ramires, Ralf Scheepers, Stu Marshall, John McCoy, Tsuyoshi Ikedo, Chris Johnson, Paul May, Simon Lees: οι μουσικοί που εδώ συμμετέχουν και η φήμη τους ενισχύει την προτροπή να τα ακούσετε, προκειμένου να αποκτήσετε μια καλύτερη εικόνα του παρελθόντος, των τάσεων της εποχής, να διαπιστώσετε πώς μια ατομική ικανότητα ενίοτε μπορεί να μετασχηματιστεί σε κάτι ομαδικό και επιτυχημένο.
BLOSSOM DEATH / IN BURIAL – “Eon Must Fail”
Ο Κώστας Κάτοικος είναι πολυπράγμων, οπότε μάλλον δεν παρεξηγείτε το γεγονός του ότι συμμετέχει σε αμφότερα τα σχήματα του παρουσιαζόμενου EP. Στα τρία κομμάτια του πρώτου εν σειρά κινείται στο ατμοσφαιρικό, γοτθικό ύφος που λάνσαραν μερικοί αγαπητοί σκανδιναβοί στις αρχές της δεκαετίας του ’90 και η ερμηνεία της Μαρίτας Μακαρονίδη εκτιμάται ως επιτυχής. Οι στίχοι σήκωναν λίγη δουλειά ακόμη. Το έτερο σχήμα δηλώνεται ως thrash, αλλά ακούγοντας τα δυο κομμάτια του δεν θα το κατηγοριοποιούσατε ανενδοίαστα έτσι, ιδίως τώρα που ξέρετε ποιος εμπλέκεται. Ας προσέξει πάντως τις φωνητικές του αγριάδες του γενικώς.
FORGOTTEN – “13 Martyrs”
Το πρώτο άλμπουμ του συγκροτήματος από την Άγκυρα κυκλοφόρησε το ’12 και σήμερα επανεκδίδεται με διαφορετικό εξώφυλλο και πρόσθετη μια διασκευή στο “Princess” των Dr. Skull. Στην περίπτωση που δεν το ακούσατε εγκαίρως, δεχθείτε ότι και σήμερα ακούγεται ενδιαφέρον. Το περιεχόμενό του χαρακτηρίζεται από μια μελωδικότητα που εκτείνεται ως τις παρυφές του επικολυρισμού, ενώ το doom αποτέλεσε τη βάση αρκετών ιδεών. Ίσως η χροιά των φωνητικών να πρόδιδε την μη κεντροευρωπαϊκή καταγωγή του σχήματος, αυτά όμως παραμένουν εκφραστικά της διάθεσης των καλών δημιουργών. Τα κομμάτια τους θα τραβούσαν την προσοχή και στην πιθανή εκσυγχρονισμένη ηχητική εκδοχή τους.
GREAT VOYAGER – “Great Voyager”
Καίτοι το αθηναϊκό συγκρότημα υφίσταται, με όλες τις διακυμάνσεις στη δράση του, εδώ και μια δεκαετία, οι τέσσερις κύριοι που σήμερα το απαρτίζουν αισίως παρουσιάζουν το πρώτο τους άλμπουμ. Οριοθετώντας αυστηρώς τις επιρροές τους στη δεκαετία του ’80 μεταφέρουν το ηρωικό πνεύμα του heavy εκείνης της εποχής, ηθελημένα διαμορφώνουν έναν ήχο συναφή με τα παλιότερα διαθέσιμα μέσα. Δεν δίνουν λαβή για αρνητικά σχόλια, οι προθέσεις τους γίνονται αντιληπτές, τα τραγούδια τους θα μπορούσαν -χωρίς αυτό να παρεξηγηθεί- να έχουν κάποιες ευκολομνημόνευτες κορυφώσεις και τα φωνητικά να είναι λίγο πιο συγκρατημένα. Συμπαθείς, κάνουν το αναγκαίο βήμα εξέλιξης.
MARCO LUPONERO & THE LOUD ONES – “The War On Science”
Μη σας ξεγελά η επωνυμία του συγκροτήματος, ο εν λόγω φινλανδός μουσικός μόνος συνέθεσε όλα τα κομμάτια του δεύτερου άλμπουμ του, έπαιξε όλα τα όργανα εκτός από τα κρουστά, φιλοτέχνησε ακόμη και το εξώφυλλο. Δεν έχει καμιά δυσκολία στο να ελιχθεί, η ποικιλία του υλικού του γίνεται διακριτή σε κομμάτια punk, hard rock, heavy metal ύφους, οι αναφορές στους Motörhead, τους Bad Religion και στη βρετανική παράδοση είναι σαφείς. Δυο, τρία από τα δεκατρία κομμάτια που προσφέρει ίσως να άξιζαν μια καλύτερη εκδοχή, αλλά εδώ προσέχετε τον αυθορμητισμό του δημιουργού.
PHLEBOTOMY – “From Golgotha We Rise”
Ένα ηλιόλουστο απόγευμα του ’95 έξω από το «Αν», τα μέλη του συγκροτήματος μιλάνε για τον μετασχηματισμό τους σε On Thorns I Lay και δε θέλουν να θυμούνται κάποιες εκτελεστικές ατέλειες στο προηγούμενο υλικό τους. Το σύνολο αυτού, δυο demo και ένα EP που κυκλοφόρησαν μέσα το ’93 και το ’94, σήμερα επαναδιατίθενται με νέο mastering και οι ιστοριοδίφες της ελληνικής πιάτσας μπορούν στα πλήκτρα και τα γυναικεία φωνητικά να διακρίνουν καλές προθέσεις. Επίσης, ο απόηχος της ανεξάρτητης σκηνής της δεκαετίας του ’80, η έστω και αποσπασματική μεταφοράς εκείνης της αισθητικής μπορεί ρομαντικά να στοιχειοθετηθεί.